ΜΟΥΣΙΚΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

 



Ο Carl Orff ανέπτυξε στις αρχές της δεκαετίας του ΄20 τη θεωρία για την μουσικοκινητική αγωγή. Ο ίδιος αντιλήφθηκε τη σημασία του συνδυασμού μουσικής, ήχων, κίνησης και μελωδίας, γι' αυτό και ανήγαγε την μουσικοκινητική αγωγή στον κατεξοχήν τρόπο διδασκαλίας των παιδιών. Τα παιδιά έχουν έμφυτη τάση να ανταποκρίνονται στους ήχους που ακούνε και να εκφράζουν τα συναισθήματά τους και τις σκέψεις τους μέσω του χορού.


        Στην μουσικοκινητική αγωγή, ο παραμικρός ήχος προερχόμενος από μουσικό όργανο ή από την κίνηση του σώματος μπορεί να ξυπνήσει το ενδιαφέρον των μικρών ακροατών και να τους κινητοποιήσει. Μετά το 1948, ο Orff κυκλοφόρησε τα πέντε τεύχη της «Μουσικής για παιδιά». Και τα πέντε τεύχη βασίστηκαν σε ήχους που δημιουργούσαν μουσικά όργανα και τα χτυπήματα των δύο άκρων. 

        Η μουσικοκινητική αγωγή μέσα από τα τεύχη αυτά διαδόθηκε σε πολλές χώρες παγκοσμίως. Βασικό στοιχείο της μουσικοκινητικής αγωγής, που αναδείχθηκε και μέσα από τα τεύχη του Orff, είναι ο ρυθμός. Ο ρυθμός συναντάται στα τρία συστατικά στοιχεία της μουσικοκινητικής αγωγής: την κίνηση, τη μουσική και το λόγο. Ο ρυθμικός παράγων είναι αυτός που εγείρει το ενδιαφέρον των παιδιών να ακούσουν, να χορέψουν και να τραγουδήσουν. 

        Οι κινήσεις αντανακλούν μεγάλο μέρος των συναισθημάτων ακόμη και των προβληματισμών των παιδιών, τους οποίους προσπαθούν να εξωτερικεύσουν με απλό τρόπο, ακολουθώντας το ρυθμό. Επιπλέον, στην μουσικοκινητική αγωγή ο αυτοσχεδιασμός έχει πρωταρχικό ρόλο. Ο δάσκαλος δίνει ερεθίσματα προκειμένου η κίνηση να αποτελέσει τη δίοδο προς τον υπέροχο κόσμο της μουσικής και του τραγουδιού. Η ομαδικότητα της μουσικοκινητικής αγωγής καθιστά τα παιδιά συμμέτοχους στο ηχητικό αποτέλεσμα, που παρά την απλότητα των ήχων του, αποτελεί αρμονικό σύνολο. 

        Παράλληλα, οι κινήσεις των άκρων που δημιουργούν ήχους, όπως τα παλαμάκια, το χτύπημα των μηρών και των ποδιών ανταποκρίνονται πλήρως στη διδακτική προσέγγιση των παιδιών. Στη μουσικοκινητική αγωγή η γνώση αποκτάται μέσα από τη ζωντάνια, την ενεργητικότητα και την κίνηση. Η καθήλωση και ο περιορισμός των παιδιών δεν έχει χώρο στη μουσικοκινητική αγωγή. Ακόμη, τα παραδοσιακά τραγούδια στα οποία βασίζεται η μουσικοκινητική αγωγή του Orff καλλιεργεί στα παιδιά την αγάπη για την παραδοσιακή μουσική. 

        Παράλληλα, τα παιδιά εμπλουτίζουν το λεξιλόγιό τους μέσα από τα λόγια των τραγουδιών και μαθαίνουν να σχηματίζουν προτάσεις , καθώς στη μουσικοκινητική αγωγή τα παραδοσιακά τραγούδια είναι διαφορετικά για κάθε χώρα. Πολύ σημαντικό πλεονέκτημα στη διδασκαλία της μουσικοκινητικής αγωγής αποτελεί η γνώση μουσικής που αποκτούν τα παιδιά. Βασικός τρόπος διδασκαλίας είναι η χρησιμοποίηση μουσικών οργάνων και απλών αντικειμένων, όπως η μπάλα ή άλλα όργανα γυμναστικής. 

        Η μουσικοκινητική αγωγή με αυτό τον τρόπο, αναπτύσσει στα παιδιά την αίσθηση του ρυθμού, της τονικότητας και των διακυμάνσεων του ήχου. Τα παιδιά μέσω της μουσικοκινητικής αγωγής μαθαίνουν την έννοια του μέτρου στη μουσική. Η μίμηση ήχων έχει ιδιαίτερη σημασία στην μουσικοκινητική αγωγή. Αξιέπαινο είναι το γεγονός πως η μάθηση της μουσικής-αυτή καθ' αυτή- δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά τον τρόπο για να την ανάπτυξη της φαντασίας, της δημιουργικότητας και της εκφραστικότητας των παιδιών. 

        Βασικό χαρακτηριστικό της μουσικοκινητικής αγωγής είναι πως η διδασκαλία δεν ακολουθεί νόρμες, αλλά ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε παιδιού. Το παιχνίδι έχει εξέχουσα θέση στη μεθοδολογία της διδασκαλίας της μουσικοκινητικής αγωγής. Τα παιδιά μαθαίνουν τέχνες, ιστορία και θετικές επιστήμες μέσα από απλά παραδείγματα και παιχνίδι. Παράλληλα, ο δάσκαλος στοχεύει, ώστε η ομάδα και το κάθε παιδί ξεχωριστά να έχουν αναπτύξει τις γνώσεις, τις αισθήσεις και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Στη μουσικοκινητική αγωγή ο ανταγωνισμός παραμερίζεται, αφήνοντας τη θέση του στη συνεργασία. 

        Σπουδαίο ρόλο στη μουσικοκινητική αγωγή παίζουν τα μουσικά όργανα του Orff. Ο ίδιος πρωτοπόρησε για την εποχή του ανάγοντας τα κρουστά όργανα σε βασικά μουσικά όργανα διδασκαλίας, πέρα από το πιάνο που αποτελούσε το κύριο ανάμεσα σε αυτά. Ακόμη, τα ραβδόφωνα, όπως το ξυλόφωνο, και το φλάουτο με ράμφος συμπληρώνουν τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται στη διδασκαλία της μουσικοκινητικής αγωγής. Στη μεθοδολογία όπου κυριαρχεί ο αυτοσχεδιασμός, ορισμένα από τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται αποτελούν προϊόν αυτοσχεδιασμού. Τα παιδιά δύνανται να φτιάξουν μουσικά όργανα με υλικά που δεν χρειάζονται. Η κατασκευή μουσικών οργάνων στο πλαίσιο της διδασκαλίας της μουσικοκινητικής αγωγής αναπτύσσει την εφευρετικότητα και εξασκεί τις πρακτικές τους ικανότητες.

        Στη μουσικοκινητική αγωγή ο εκπαιδευτικός έχει επιφορτιστεί με σπουδαίο καθήκον. Η διδασκαλία του είναι καθ' όλα μαθητοκεντρική. Ο ίδιος ο εκπαιδευτικός γίνεται το μέσο μάθησης όχι η πηγή, αφήνοντας στα παιδιά την πρωτοβουλία αλλά και την κριτική σκέψη, προκειμένου να εντρυφήσουν ουσιαστικά και βιωματικά στη γνώση. Η εξέταση, το άγχος και η απογοήτευση δεν συναντώνται στη μουσικοκινητική αγωγή. Ο δάσκαλος ενθαρρύνει ισάξια τα παιδιά και δίνει ίσες ευκαιρίες στις ικανότητες αυτών. Η υπομονή, η επιμονή, η θέληση και η κατανόηση αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά του δασκάλου της μουσικοκινητικής αγωγής. 

        Αξιοσημείωτο στην μουσικοκινητική αγωγή είναι το γεγονός ότι υπάρχει συνεχόμενη παροχή ερεθισμάτων από τον εκπαιδευτικό, προκειμένου το μυαλό των παιδιών να βρίσκεται σε εγρήγορση και να οξύνεται όσο το δυνατόν το πνεύμα τους. Τα ηχητικά μοτίβο που δημιουργεί το χτύπημα των άκρων, κατά τις οδηγίες αρχικά του εκπαιδευτικού, βοηθάει τα παιδιά να αντιλαμβάνονται το ρυθμό. Παράλληλα, στη μουσικοκινητική αγωγή τα παιδιά μαθαίνουν το ρόλο τους στο πλαίσιο της ομάδας, αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και καθοδηγούν τη διαδικασία του μαθήματος ανάλογα με τις ανάγκες τους. Βασικός στόχος της μεθοδολογίας της μουσικοκινητικής αγωγής είναι η ολοσχερής ανάπτυξη του παιδιού. Η επαφή με τη μουσική, το ρυθμό και το λόγο βοηθάει τα παιδιά να αναπτύξουν πολυσχιδή χαρακτήρα βασισμένο σε γόνιμα ερεθίσματα. 

        Πέρα από την πνευματική καλλιέργεια, η μουσικοκινητική αγωγή με το πνεύμα ομαδικότητας που προάγει, συμβάλλει στην ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών. Επίσης, η συνεργασία εκπαιδευτικού και γονιών αντικατοπτρίζει το μαθητοκεντρικό χαρακτηριστικό της μουσικοκινητικής αγωγής. Η μάθηση των παιδιών που παρακολουθούν τη μουσικοκινητική αγωγή δεν σταματάει στο σχολείο ή το εκπαιδευτικό κέντρο, αλλά συνεχίζει μέσα από τα ερεθίσματα που παίρνουν τα παιδιά για το υπόλοιπο της ημέρας. Η διαθεματικότητα που προσφέρει η διδασκαλία της μουσικοκινητικής αγωγής συμβάλλει σε όλη τη μαθησιακή διαδικασία. Η μουσικοκινητική αγωγή αποτελεί μοναδική εμπειρία για τα παιδιά, τα γεμίζει γνώσεις, καλλιεργεί τις ικανότητες τους και την αγάπη τους για τις τέχνες. Ακόμη και για τα παιδιά που δεν έχουν κλίση στις τέχνες, η μουσικοκινητική αγωγή είναι θετικό βίωμα για αυτά λόγω της ομαλής κοινωνικοποίησής τους.